
Μικρά Αγγλία - Προλεγόμενα
Η Μικρά Αγγλία είναι μία ταινία του Παντελή Βούλγαρη που
παρουσιάσθηκε στις αθηναϊκές αίθουσες
-και όχι μόνον- το 2013. Πρόκειται για μία αριστουργηματική ταινία. Το
σενάριο βασίστηκε πάνω στο ομώνυμο βιβλίο της Ιωάννας Καρυστιάνη, το οποίο
τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος το 1998 και μεταφράστηκε σε
πολλές ξένες γλώσσες.
Σε μια επίσκεψή της στην Άνδρο, πολλοί Ανδριώτες, συνεπαρμένοι
από το βιβλίο, πρότειναν στη συγγραφέα να γυριστεί σε ταινία. Ύστερα από την
παραίνεση του συζύγου της και σκηνοθέτη της ταινίας Παντελή Βούλγαρη, αποφάσισε
να γράψει το σενάριο. Είχε ήδη γράψει ήδη το σενάριο για τις «Νύφες» κι έτσι
δεν θα κολυμπούσε στα βαθιά. Η πρώτη ύλη λοιπόν υπήρχε και μάλιστα δυνατή. Το
μυθιστόρημα αφήνει στον αναγνώστη την ελευθερία να φανταστεί τη δράση όπως
θέλει. Η σκηνοθετική ματιά όμως ως εικόνα είναι ένα τετελεσμένο γεγονός στα
μάτια του θεατή. Ο σκηνοθέτης είναι ένας μεταπράτης, ένας συνδημιουργός,
αναδεικνύει τους χαρακτήρες, τη δράση και γενικά στήνει τις εικόνες όπως τις
ονειρεύτηκε αυτός.
Το έργο διαδραματίζεται στις δεκαετίες του 30 και του 40.
Την εποχή εκείνη, αλλά και μετέπειτα όσοι έλληνες ζούσαν στην ηπειρωτική χώρα
έφευγαν αναζητώντας καλύτερη τύχη στο εξωτερικό: στην Αμερική, στη Γερμανία,
στην Αυστραλία… Όσοι ζούσαν στα νησιά μπάρκαραν στα καράβια. Η Άνδρος, με το
προσωνύμιο Μικρά Αγγλία, απ’ όπου και ο τίτλος της ταινίας, τίτλος ο οποίος
παραπέμπει στην ισχυρή παρουσία που είχε την εποχή εκείνη η Αγγλία στη θάλασσα,
είχε πολλούς άνδρες στα καράβια. Ακόμη και σήμερα δεσπόζει στη χώρα της Άνδρου
εμβληματικό το άγαλμα του αφανούς ναύτη. Κάθε σπίτι την εποχή εκείνη, είχε και
ένα και δύο άντρες στα καράβια. Τη μια μέρα έβαζαν τα στέφανα και την άλλη μέρα
οι άντρες, με ζεστά ακόμη τα σεντόνια, εγκατέλειπαν τη γυναίκα τους γι’ αυτή
την ξελογιάστρα, τη θάλασσα.
Σε ένα τέτοιο αρχοντικό, ο άντρας λείπει χρόνια στο
εξωτερικό, με μια ξένη γυναίκα μπλεγμένος και η γυναίκα του πίσω, άντρας και
γυναίκα μαζί, πασχίζει να κρατήσει το σπιτικό της με δυο κορίτσια της
παντρειάς. Από τον άντρα της έμειναν μόνο τα γράμματα και τα εμβάσματα.
Δεν ξέρουμε σίγουρα αν ήταν η εποχή τέτοια, αν η μάνα ήταν
σκληρή από μόνη της ή αν η ζωή τη σκλήρυνε, αλλά αρνήθηκε να δώσει την
πρωτότοκη την κόρη της, την Όρσα, σε κείνον που αγαπούσε. Θεωρούσε ότι τα
χρήματα ήταν το ασφαλέστερο εχέγγυο για έναν επιτυχημένο γάμο. Όπως λέει και η
ίδια στο έργο: «Ζωή χωρίς παρά, ζωή χωρίς χαρά». Την δίνει λοιπόν σε κάποιον που
ήταν πλοίαρχος με σπίτι δικό του και παράδες. Ο Σπύρος, μαθαίνει ότι η
αγαπημένη των παιδικών του χρόνων παντρεύτηκε με άλλον, πεισμώνει, κάνει τα
πάντα για να γίνει κι αυτός πλοίαρχος και γυρίζει πίσω για να εκδικηθεί. Η
ιστορία αυτή, αρχέγονη, θυμίζει έντονα τον Χήθκλιφ και τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της
Έμιλυ Μπροντέ, μα ίσως έτσι να γίνεται πάντα, να γυρίζουν ανεξέλεγκτες και να
λαβώνουν όπου βρουν, οι λαβωμένες αγάπες.
Ο Παντελής Βούλγαρης είναι ένας από τους σπουδαιότερους
σύγχρονους σκηνοθέτες. Γεννήθηκε το 1940 στην Αθήνα με νησιώτικη καταγωγή από
τη Σάμο και τη Νάξο. Σπούδασε κινηματογράφο εκεί που σπούδασαν όλοι. Στη σχολή
Σταυράκου. Δάσκαλοί του ήταν ο Γρηγόρης Γρηγορίου, ο Ντίνος Δημόπουλος, ο
Γιάννης Μπακογιαννόπουλος. Συμμαθητές του δε ήταν οι σπουδαιότεροι σύγχρονοι
σκηνοθέτες. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Κώστας Φέρρης, η Τόνια Μαρκετάκη…
Πρωτοξεκίνησε την καριέρα του στα στούντιο της Φίνος Φιλμ.
Από το 1961 μέχρι το 1965 εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη σε τριάντα πέντε
ταινίες. Το 1972 παρουσίασε την πρώτη
του ταινία μεγάλου μήκους «Το προξενιό της Άννας» που σημείωσε μεγάλη επιτυχία
στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αλλά και στο εξωτερικό. Το 1974, λόγο των πολιτικών
του πεποιθήσεων, εξορίστηκε από τη χούντα στη Γυάρο. Το 1976 συμμετείχε στο
φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την ταινία «Χάππυ Ντέυ». Το 1985 παρουσίασε την ταινία
που τον έκανε γνωστό στο πανελλήνιο και σημείωσε μεγάλη καλλιτεχνική και
εισπρακτική επιτυχία. Τα «Πέτρινα χρόνια». Η ταινία απέσπασε στο φεστιβάλ
Θεσσαλονίκης: το βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και πρώτου γυναικείου
ρόλου για τη Θέμιδα Μπαζάκα. Από τις υπόλοιπες ταινίες του θα αναφέρουμε: τις
«Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» το 1995, το «Όλα είναι δρόμος» το 1998, ενώ το
2004 παρουσίασε τις «Νύφες» που είχαν ιδιαίτερη απήχηση στο κοινό. Η εικόνα των
εφτακοσίων νυφών που σαλπάρουν ασυνόδευτες στην Αμερική για να συναντηθούν με
τους μέλλοντες συζύγους τους είναι συγκλονιστική. Το 2009 παρουσιάζει την
ταινία του «Ψυχή βαθιά» που αναφέρεται στον εμφύλιο.
Η «Μικρά Αγγλία», η δωδέκατη ταινία του, έκανε πρεμιέρα το
Δεκέμβριο του 2013. Έκοψε πάνω από 400.000 εισιτήρια Τέτοια νούμερα έκαναν μόνο
οι ταινίες του παλιού εμπορικού ελληνικού κινηματογράφου. Απέσπασε δε έξι
βραβεία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου: Καλύτερης ταινίας, φωτογραφίας,
σκηνικών, κοστουμιών, ήχου και μακιγιάζ. Στην Αμερική παίχτηκε σε επιλεγμένες
αίθουσες στη Νέα Υόρκη, Ουάσιγκτον, Λος Άντζελες, Σαν Φρανσίσκο, Σικάγο,
Μαϊάμι, Κλήβελαντ ενώ κυκλοφόρησε και σε
DVD.
Η «Μικρά Αγγλία» είναι μία σπουδαία ταινία. Εικονογραφεί με
λιτό και συνάμα εκπληκτικό τρόπο τον πόνο των ανθρώπων που μένουν πίσω και
περιμένουν τους αγαπημένους τους να γυρίσουν. Που κοιτούν τη θάλασσα, μέχρι τα μάτια τους να θαμπώσουν.
Που άντρα έχουν κι άντρα δεν έχουν. Που μένουν χήρες πάνω στο άνθος της ηλικίας
τους. «Ερωτεύθηκα στα δώδεκα, αρραβωνιάστηκα στα δεκατρία, παντρεύτηκα στα
δεκατέσσερα, χήρεψα στα δεκαπέντε» μονολογεί αποστομωτικά στο έργο η Κατερίνα,
η φίλη της Μόσχας. Η ταινία εικονογραφεί τέλος τον ανομολόγητο έρωτα, που όσο προσπαθείς να
τον ξεχάσεις, τόσο ορθώνεται μπροστά στα μάτια σου και ηχεί μέρα και νύχτα στ’
αυτιά σου, γιατί όπως λέει και η μάνα «η ζωή τα κανονίζει έτσι, να κρατάει ο
έρωτας λίγο, αλλά ο καημός του ….πολύ.
Σ.Π.Παπασηφάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου