Ήταν ένα από τα δύο ραδιοπικάπ με λάμπες, από τα
πρώτα που είχαν φέρει στο Ρέθυμνο. Το άλλο το αγόρασε ένα καφενείο. Έτσι
τουλάχιστον μας είπε ο πατέρας μου. Ήταν Philips και είχε τη δυσθεώρητη ισχύ των
πέντε watt. Μπροστά
ήταν ανοιχτό μελί πλαστικό και στα πλάγια και το καπάκι του πικάπ ήταν σκούρο λουστραρισμένο ξύλο. Αριστερά και
δεξιά είχε δύο κουμπιά, το ένα για να ανοίγει, να κλείνει και να ρυθμίζει την
ένταση και το άλλο για να πιάνει τους σταθμούς. Στη φωτισμένη άντιγα κυλιότανε
ράθυμα μια βελόνα, ενώ στη μέση είχε τέσσερα πατητά κουμπιά για τα μεσαία, τα
βραχέα, το πικάπ και δε θυμάμαι για τι άλλο. Πιο πολύ απ’ όλα όμως μου έκανε
εντύπωση το πράσινο «μάτι» του που γινότανε τεράστιο όταν η βελόνα καλοβόλιζε πάνω στο σταθμό και μικρό σαν έφευγε απ’
αυτόν. Η μάνα μου έπαιρνε
σαρανταπεντάρια λαϊκά και κρητικά και ο αδελφός μου ο μεγάλος ξένα και ελληνικά
της δεκαετίας του εξήντα. Εκείνο το πρωί στην Κηφισιά και δε συμμαζεύεται. Αυτό το πικάπ είχε διασκεδάσει πολλές φορές
την οικογένεια και την είχε βγάλει ασπροπρόσωπη σε γιορτές και λοιπές
συναθροίσεις και στο Ρέθυμνο και αργότερα στην Αθήνα.
Κάθε πρωί η μάνα μου έβαζε τους κρατικούς σταθμούς και
ιδιαίτερα το δεύτερο, δεν υπήρχαν ερασιτεχνικοί σταθμοί τότε, ούτε αυτό το χάλι
με τους ιδιωτικούς που έχουμε σήμερα. Εκεί άκουγα ελληνικό τραγούδι και κυρίως
Χατζιδάκι, αυτό που σήμερα αποκαλούμε συλλήβδην ελαφρό. Αυτά ήταν τα παιδικά
μου ακούσματα από μουσική και γι’ αυτό έχουν ακόμη δεσπόζουσα θέση στις
επιλογές μου.
Σ’ αυτό το ραδιόφωνο για πρώτη φορά άκουσα θέατρο.
Το Θέατρον της Τετάρτης, το Θέατρον της Κυριακής, το Μικρό Θέατρο στο δεύτερο
πρόγραμμα. Μ’ αυτά μεγάλωσα. Αργότερα ήρθε το κυρίως
πιάτο που δεν ήταν άλλο από το Θέατρο της Δευτέρας. Πάνω από διακόσια πενήντα
θεατρικά από το ελληνικό και παγκόσμιο ρεπερτόριο παρέλασαν από τη συχνότητα της κρατικής τηλεόρασης.
Είχα την τύχη να δω πάρα πολλά. Όταν είχε θέατρο στο ραδιόφωνο το έγραφα σε κασέτες. Αλλά και άλλες εκπομπές
για το θέατρο κατέγραφα, όπως αυτή που παρουσίαζε ο Γεωργουσόπουλος με τίτλο «Το Νεοελληνικό
Θέατρο πλάι στο παγκόσμιο». Το Θέατρο της Δευτέρας το έγραφα σε κασέτες VHS. Έτσι είχα συγκεντρώσει
πάνω από πενήντα θεατρικά σε video και εκατό σε ήχο. Λυπήθηκα πολύ όταν αργότερα θέλησα να τα τακτοποιήσω και διαπίστωσα ότι από πολλές κασέτες είχε χαθεί ο ήχος. Τα
χρόνια, η υγρασία, η ζέστη έκαναν τη δουλειά τους και χάλασαν τη δική μου.
Ευτυχώς υπάρχει το internet σήμερα
και μαζί με τα cds και τα dvds
που έχω συγκεντρώσει από το περιοδικό ραδιοτηλεόραση, έχω μία αρκετά καλή
συλλογή από θεατρικά έργα την οποία αποφάσισα να βάλω σε τάξη. Μετέφερα όλο το
υλικό σε ψηφιακή μορφή, video avi και mp3,
δουλεία πολύπονη και χρονοβόρα, το αποθηκεύω στον υπολογιστή και το ασφαλίζω σε
εξωτερικούς σκληρούς. Για την ώρα έχω πάνω από τετρακόσιους τίτλους σε αρχεία video και
ήχου, αριθμός που συν τω χρόνω θα
μεγαλώνει. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τα διακόσια ογδόντα βιβλία για το θέατρο, που
έχω καταγεγραμμένα στο «Βιβλιοφύλακα»[i],
με γεμίζουν χαρά και υπερηφάνεια.
Όποτε βρίσκω χρόνο φτιάχνω παρουσιάσεις για τη
θεατρική ομάδα στην οποία είμαι υπεύθυνος και κάνω αγώνα, είναι αλήθεια,
μηχανεύομαι ποικίλους τρόπους να περάσω ένα παλιάς κοπής μικρόβιο στο νου και
στην καρδιά των μαθητών μου, ένα μικρόβιο που δυσκολεύεται σφόδρα να
αντιμετωπίσει τα Smartphone’s και
το facebook…
Το ραδιόφωνο το έχω ακόμη. Το κληρονόμησα
αυτοδικαίως από τη μάνα μου. Κάθεται πάνω σε ένα μαρμάρινο τραπεζάκι βυθισμένο
στη σιωπή, αυτό που κάποτε έσκουζε όλη μέρα. Παραπονάται, το ξέρω, κανείς δε
θέλει να γερνάει και να βγαίνει από το κάδρο, μα έτσι είναι η μοίρα ανθρώπων
και πραγμάτων. Κάθεται, βυθισμένο στη
σιωπή, αυτό που κάποτε ήτανε το κέντρο του ενδιαφέροντος, μα τώρα πια δεν
είναι.
Σ.Π.Παπασηφάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου