Να σε πω τη μοίρα σου
Κατά τη διάρκεια μιας κυριακάτικης λειτουργίας καθόμουνα σε ένα παγκάκι στον περίβολο του
ναού με τη φίλη μου την Αννούλα. Δίπλα μας καθότανε ένα κορίτσι που πήγαινε στην Τετάρτη δημοτικού στα Ψαχνά. Αυτό μας το είπε βαριεστημένα όταν τη ρώτησε η Άννα. Δεν είχε πολύ διάθεση για κουβέντα. Οπότε της λέω: «Δε μου λες μαρή, έχει κανένα όμορφο αγόρι στην τάξη, για όλοι είναι παρ’ τον ένα και χτύπα τον άλλο;» Αυτό ήταν. Σε πέντε λεπτά μου είχε αραδιάσει όλα τα γκομενικά της τάξης της.
Τα παιδιά είναι πάντα τα ίδια. Παιδιά. Όταν ήμουνα δάσκαλος στα Ψαχνά είχα ένα πολύ ωραίο τμήμα, Το είχα στην Τρίτη και στην Τετάρτη. Πολλές φορές τα διαλείμματα έβγαινα έξω και μαζί με τα κορίτσια -τα αγόρια ως συνήθως παίζανε μπάλα- συζητούσαμε και τους έλεγα διάφορες βλακείες για να γελάμε. Τους είχα φτιάξει ζευγάρια με τ’ αγόρια και τις πείραζα. Εκείνη την ημέρα τους εξηγούσα πώς μετράει πρόβατα κάθε μία πριν κοιμηθεί, βάζοντας στη θέση του προβάτου το όνομα του υποτιθέμενου αγαπητικού. Τους λέω σε μια στιγμή δείχνοντας το αριστερό μου χέρι: «Ποιο γράμμα είναι αυτό;» «Το άλφα μου λένε.» «Πώς λένε τη γυναίκα μου;» τους ρωτάω; «Αλέκα» μου απαντάνε. Είδατε, άμα μπείτε στη σειρά και μου δείξετε το αριστερό σας χέρι, θα σας πω από ποιο γράμμα θα αρχίζει το όνομα του γαμπρού. Σε λίγο ήμουνα καθισμένος στο τσιμέντο της κερκίδας του γηπέδου μπάσκετ και μπροστά μου ήτανε μια σειρά καμιά δεκαριά μέτρα από κορίτσια με απλωμένο το αριστερό χέρι. Ήτανε τα κορίτσια της Τρίτης και μερικές περίεργες περαστικές από τη Πρώτη και τη Δευτέρα. Α! και από τη Τετάρτη. Κι εγώ προσπαθούσα ως νέα Γεωργία Βασιλειάδου να προλέγω το μέλλον.
Το σχολείο, έλεγε ο Oscar Wilde, θα έπρεπε να είναι το ωραιότερο κτήριο απ’ όλα στην πόλη, ούτως ώστε να είναι τιμωρία για τα παιδιά να μην πηγαίνουν σ’ αυτό. Εγώ θα προσέθετα ότι στο σχολείο τα παιδιά θα πρέπει να είναι χαρούμενα. Κάποτε έγινε στο 2ο Δημοτικό μία ημερίδα. Μια υποδειγματική διδασκαλία στην τάξη. Η δασκάλα, μια κοπέλα από τη βόρεια Ελλάδα, έκανε μάθημα στην τάξη της, ενώ γύρω γύρω σε καρέκλες ήτανε δάσκαλοι που παρακολουθούσαν. Ο Σύμβουλος που οργάνωσε τη διδασκαλία, ήτανε και είναι φίλος μου. Είχαμε κάνει μαζί ομιλία για το θέατρο στο Σχηματάρι. Με ρώτησε λοιπόν μετά την ημερίδα. «Πώς σου φάνηκε;» «Δεν μου άρεσε καθόλου» του απάντησα. Στην εύλογη απορία του του είπα ότι, κατά τη γνώμη μου πάντα, δεν μου άρεσε γιατί τα παιδιά όλο αυτό το δίωρο ήτανε …καλουπωμένα, απόδειξη ότι γελάσανε μόνο μία φορά, όταν ένας μαθητής που άκουσε το ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενο κουδούνι να χτυπά, ρώτησε αφελέστατα «Κυρία, χτύπησε το κουδούνι, δε θα βγούμε διάλειμμα;» Η αλήθεια είναι κι αυτό μόνο στον εαυτό μου το είχα ομολογήσει, πως κι εγώ ακόμη τη συγκεκριμένη δασκάλα, άμα την είχα δασκάλα, θα είχα πέσει στα σκληρά.
Πηγαίνω, ως επισκέπτης πλέον και σήμερα σε σχολεία. Βλέπω
κορίτσια συνήθως, οι άντρες είναι υπό εξαφάνιση, παλιά είχαμε και κανένα άντρα
στα σχολεία, να κουβαλά τα πράγματα, να κρεμά τις κουρτίνες, να αλλάζει τα
μελάνια στους εκτυπωτές, για τις βαριές δουλειές τέλος πάντων, βλέπω λοιπόν τα κορίτσια
κολλημένα στους υπολογιστές. Ίσως, λέω ίσως, τρέχοντας, ίσως περάσαμε στην
εκπαίδευση από το επιθυμητό σημείο. Ίσως, ένα παραμύθι για παράδειγμα, να
μπορεί να ταξιδέψει ένα παιδί πολύ πιο μακριά στο μέλλον, από μία κατασκευή
ρομποτικής. Γι’ αυτό σας λέω βρε κορίτσια, παρατήστε για λίγο τους υπολογιστές
και τα smartphones.
Βγείτε έξω, παίξτε και γελάστε με τα παιδιά σας. Μη διυλίζετε άλλο τον κώνωπα.
Δεν έχει πια ζωή.
Σ.Π.Παπασηφάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου