Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2022

Ρεβεγιόν στο «Μεγάλη Βρετάνια»

Ρεβεγιόν στο «Μεγάλη Βρετάνια»

Είχαμε καιρό να βρεθούμε στο Σύνταγμα γιορτάδες μέρες. Να λιαστούμε στην πλατεία. Να κατηφορίσουμε στην Ερμού. Να χαζολογήσουμε στις βιτρίνες και στους τραγουδιστές του δρόμου. Να

περάσουμε απ’ την Καπνικαρέα. Να φτάσουμε στο Μοναστηράκι και ν’ αράξουμε τέλος σε κάποιο καφέ δίπλα στ’ αρχαία και στο τρένο που περνά ανάμεσό τους στην Ασωμάτων. Ο covid μας είχε λιανίσει, μας είχε στερήσει ακόμη και αυτά που κάποτε θεωρούσαμε απλά.
Έτσι σα να ήμασταν φυλακισμένοι αποδράσαμε γι’ αυτή τη βόλτα. Δε θα φτάναμε έως το τέρμα, γιατί ο χρόνος ήταν περιορισμένος. Δώσαμε ραντεβού δύο ώρες μετά στην Πλατεία Συντάγματος. Εκείνη πήρε σβάρνα τα μαγαζιά κι εγώ, αφού χαζολόγησα λίγο στο Πλαίσιο και λίγο στον Ίκαρο, βρέθηκα με μια μπουγάτσα ανά χείρας να λιάζομαι σ’ ένα ψηλό μαντράκι της πλατείας. Στρίβοντας τη ματιά μου προς το ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετάνιας, είδα σε ένα παγκάκι ένα μπόγο. Φαντάστηκα ότι θα ήταν κάποιου από αυτούς που ζουν στο δρόμο και βρίσκουν απάγκιο πέριξ της πλατείας. Πλησίασα λίγο, περισσότερο για να περπατήσω και λιγότερο από περιέργεια κι εκεί τα είδα όλα. Δεν ήταν μπόγος. Ήταν ένας άνθρωπος που κοιμότανε. Είχε σφιχτεί στην κουβέρτα του και είχε μαζευτεί όσο μπορούσε, γιατί όπου δεν έπεφτε ήλιος έκανε κρύο και η υγρασία, το χνώτο της νύχτας, δεν είχε φύγει ακόμα, δεν είχε σηκωθεί ψηλά στην ατμόσφαιρα. Οι άνθρωποι περνούσαν από δίπλα του κι όσοι νόμιζαν ότι επρόκειτο για μπόγο, δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία, όσοι καταλάβαιναν ότι επρόκειτο για άνθρωπο που κοιμότανε, κοντοστέκονταν λίγο να σιγουρευτούν και τάχυναν το βήμα να αναπληρώσουν το χρόνο που χάθηκε.

Απέναντι ακριβώς, στα εκατό μέτρα μπορεί και λιγότερο είναι η είσοδος της Μεγάλης Βρετάνιας. Ένας υπάλληλος με πηλίκιο και σιρίτια που μοιάζει με στρατάρχη των πέντε ηπείρων ή με ναύαρχο των εφτά θαλασσών, υποδέχεται τους υψηλούς πελάτες. Οι υπάλληλοι μέσα προετοιμάζουν το πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν στο Roof Garden με θέα την Ακρόπολη: ντουέτο αστακού, ψητό συκώτι πάπιας συνοδευόμενο από κόκκινο syrah και άλλα τέτοια που τα παραγγέλνεις δίχως να ξέρεις τι θα σου έρθει.
Λίγο μακρύτερα, το βράδυ της παραμονής, ο ανθρωπάκος μας θα ελπίζει ότι κάποια υπηρεσία του Δήμου ή κάποια ΜΚΟ που δε δημιουργήθηκε απλώς για να τα αρπάζει, θα φροντίσει να του δώσει ένα πιάτο φαΐ πριν χωθεί στην πρόσοψη κάποιας πολυκατοικίας να κοιμηθεί επάνω στις κούτες. Οι μελέτες λένε ότι τα σκυλιά που ζούνε στους δρόμους επιβιώνουν για τρία χρόνια. Για τους ανθρώπους δεν υπάρχουν τέτοιες μελέτες.
Σ.Π.Παπασηφάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου