Ο πόλεμος
των φύλων
Στην αρχή ήρθε αυτή. Ξανθιά
περιποιημένη, τυλιγμένη με ένα παρεό, το οποίο άφηνε τεχνηέντως το
ένα πόδι έξω έως το γοφό. Κουβάλαγε μια καρέκλα την οποία αφού απίθωσε κάτω από τη σκιά του δέντρου, βάλθηκε ν' αγναντεύει το πέλαγο, βάζοντας την απαλάμη αντήλιο. Ύστερα ήρθε αυτός. Στα χρόνια μου ή και λίγο μικρότερος, κουβάλησε τα υπόλοιπα πράγματα και τα άφησε δίπλα στην καρέκλα, στο μέρος που είχε οριοθετηθεί. Ήταν μετρίου αναστήματος, καραφλούλης, με ένα μικρό κοτσάκι στο πίσω μέρος του κεφαλιού δείγμα μοντερνισμού ή μια προσπάθειας να υποστηρίξει φευγαλέα αυτό που είχε ήδη φύγει.
Στην αρχή νόμισα ότι ήταν κόρη του, αλλά η σύζυγός μου με μία και μόνη ματιά με βεβαίωσε ότι ήταν γυναίκα του. Οι περισσότερες γυναίκες σήμερα θα έπρεπε να διώκονται για πλαστοπροσωπία. Εκτός του ότι άλλες είναι το πρωί και άλλες το βράδυ, δεν έχουν την ενσυναίσθηση ότι οφείλουν να γερνάνε μαζί με τον άντρα τους και ότι πρέπει να διατηρούν την όποια διαφορά είχαν όταν παντρεύτηκαν. Έτσι καταλήγουμε στο τέλος αντί να συνοδεύουμε τη μάγισσα Φούρκα, να συνοδεύουμε μία μεταλλαγμένη.
Τέλος πάντων. Κάθισαν ή μάλλον βυθίστηκαν στις καρέκλες τους κι άνοιξαν ο καθένας το κινητό του. Έπεσε απόλυτη μουγκαμάρα. Προφανώς ότι είχαν να πουν, το είχαν προ πολλού πει και τώρα διαδήλωναν σιωπηρά ένα αίτημα ανεξαρτησίας. Εγώ άνοιξα το μπλοκάκι μου και σημείωνα. Εκείνο το μπλοκάκι, στο οποίο ως παλιός γραφέας στο δεύτερο γραφείο, φακελώνω διάφορους τύπους της παραλίας, των καφενείων ή της ταβέρνας που αφήνονται για να τους ανασύρω σε ευθετότερο χρόνο και να τους «διασύρω» στα κείμενά μου.
Μου φάνηκε λοιπόν εκείνη την ώρα, ότι το ζευγάρι αυτό δεν ήταν ζευγάρι, αλλά δύο αδελφάκια που τώρα έρχονται στην παραλία δίχως τα κουβαδάκια τους. Έχει τύχει σε πολλούς παντρεμένους με τον καιρό να σκέφτονται και να κάνουν τα ίδια πράγματα. Να πηγαίνουν δύο δάκτυλα συγχρόνως στο ηχοσύστημα του αυτοκινήτου, όταν η σιωπή καταντήσει εκκωφαντική ή να λέει κάτι ο ένας την ώρα που το ίδιο πράγμα ήταν στον υποθάλαμο του εγκεφάλου του άλλου.
Στους παντρεμένους, έπειτα από χρόνια δημιουργείται συχνά μια μυστηριώδης ομοιότητα, που τους κάνει να βλέπουν και να κάνουν τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο, ώσπου στο τέλος, αυτό που μένει, δεν είναι παρά η συνισταμένη της βύθισης του πνεύματος ή του σώματος του ενός μέσα στον άλλο. Υπάρχει όμως και το ενδεχόμενο, κάποιος από τους δύο -συν τω χρόνω- να απεμπολήσει τις ιδέες του ή μέρος αυτών και να προσχωρήσει στις ιδέες του άλλου, λαμβάνοντάς τες μάλιστα κι αυτό είναι το χειρότερο, ως εξαρχής δικές του.
Δεν υπάρχουν αλυσίδες σήμερα κι αν υπάρχουν είναι γαρνιρισμένες με ροζ κορδέλες και πομ πομ. Σε όλες τις «δίκες» τέτοιου τύπου η ακροαματική διαδικασία γίνεται τη μέρα, αλλά οι αποφάσεις εκδίδονται τη νύχτα. Ενώ τα σεντόνια είναι το ελαφρύτερο σκέπασμα κάποιες φορές γίνονται το βαρύτερο φορτίο.
ένα πόδι έξω έως το γοφό. Κουβάλαγε μια καρέκλα την οποία αφού απίθωσε κάτω από τη σκιά του δέντρου, βάλθηκε ν' αγναντεύει το πέλαγο, βάζοντας την απαλάμη αντήλιο. Ύστερα ήρθε αυτός. Στα χρόνια μου ή και λίγο μικρότερος, κουβάλησε τα υπόλοιπα πράγματα και τα άφησε δίπλα στην καρέκλα, στο μέρος που είχε οριοθετηθεί. Ήταν μετρίου αναστήματος, καραφλούλης, με ένα μικρό κοτσάκι στο πίσω μέρος του κεφαλιού δείγμα μοντερνισμού ή μια προσπάθειας να υποστηρίξει φευγαλέα αυτό που είχε ήδη φύγει.
Στην αρχή νόμισα ότι ήταν κόρη του, αλλά η σύζυγός μου με μία και μόνη ματιά με βεβαίωσε ότι ήταν γυναίκα του. Οι περισσότερες γυναίκες σήμερα θα έπρεπε να διώκονται για πλαστοπροσωπία. Εκτός του ότι άλλες είναι το πρωί και άλλες το βράδυ, δεν έχουν την ενσυναίσθηση ότι οφείλουν να γερνάνε μαζί με τον άντρα τους και ότι πρέπει να διατηρούν την όποια διαφορά είχαν όταν παντρεύτηκαν. Έτσι καταλήγουμε στο τέλος αντί να συνοδεύουμε τη μάγισσα Φούρκα, να συνοδεύουμε μία μεταλλαγμένη.
Τέλος πάντων. Κάθισαν ή μάλλον βυθίστηκαν στις καρέκλες τους κι άνοιξαν ο καθένας το κινητό του. Έπεσε απόλυτη μουγκαμάρα. Προφανώς ότι είχαν να πουν, το είχαν προ πολλού πει και τώρα διαδήλωναν σιωπηρά ένα αίτημα ανεξαρτησίας. Εγώ άνοιξα το μπλοκάκι μου και σημείωνα. Εκείνο το μπλοκάκι, στο οποίο ως παλιός γραφέας στο δεύτερο γραφείο, φακελώνω διάφορους τύπους της παραλίας, των καφενείων ή της ταβέρνας που αφήνονται για να τους ανασύρω σε ευθετότερο χρόνο και να τους «διασύρω» στα κείμενά μου.
Μου φάνηκε λοιπόν εκείνη την ώρα, ότι το ζευγάρι αυτό δεν ήταν ζευγάρι, αλλά δύο αδελφάκια που τώρα έρχονται στην παραλία δίχως τα κουβαδάκια τους. Έχει τύχει σε πολλούς παντρεμένους με τον καιρό να σκέφτονται και να κάνουν τα ίδια πράγματα. Να πηγαίνουν δύο δάκτυλα συγχρόνως στο ηχοσύστημα του αυτοκινήτου, όταν η σιωπή καταντήσει εκκωφαντική ή να λέει κάτι ο ένας την ώρα που το ίδιο πράγμα ήταν στον υποθάλαμο του εγκεφάλου του άλλου.
Στους παντρεμένους, έπειτα από χρόνια δημιουργείται συχνά μια μυστηριώδης ομοιότητα, που τους κάνει να βλέπουν και να κάνουν τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο, ώσπου στο τέλος, αυτό που μένει, δεν είναι παρά η συνισταμένη της βύθισης του πνεύματος ή του σώματος του ενός μέσα στον άλλο. Υπάρχει όμως και το ενδεχόμενο, κάποιος από τους δύο -συν τω χρόνω- να απεμπολήσει τις ιδέες του ή μέρος αυτών και να προσχωρήσει στις ιδέες του άλλου, λαμβάνοντάς τες μάλιστα κι αυτό είναι το χειρότερο, ως εξαρχής δικές του.
Δεν υπάρχουν αλυσίδες σήμερα κι αν υπάρχουν είναι γαρνιρισμένες με ροζ κορδέλες και πομ πομ. Σε όλες τις «δίκες» τέτοιου τύπου η ακροαματική διαδικασία γίνεται τη μέρα, αλλά οι αποφάσεις εκδίδονται τη νύχτα. Ενώ τα σεντόνια είναι το ελαφρύτερο σκέπασμα κάποιες φορές γίνονται το βαρύτερο φορτίο.
Σ.Π.Παπασηφάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου