Γατοπυροσβέστες
Τη λέξη την πρωτοσυνάντησα σε ένα
κείμενο της Νεοελληνικής Γλώσσας της Στ Δημοτικού. Μπορεί
να ήταν και του Τριβιζά. Δε θυμάμαι. Ήταν μια γάτα που με τις φωνές και τη φασαρία που έκανε έσωσε ένα σπίτι από τη φωτιά. Πώς ξαναήρθε στο προσκήνιο;
Πάνε τρεις μέρες που ακούγαμε ένα περίεργο θόρυβο, μέρα και νύχτα, δίχως να μπορέσουμε να εξακριβώσουμε από που προέρχεται. Απέναντι από το δρόμο του σπιτιού, τον κάθετο, είναι ένα μεγάλο πεύκο. Κάτι έρποντα φυτά τον αγκαλιάζουν και δημιουργούνε μεγάλες κουρτίνες, ανεβαίνοντας όσο μπορούνε, μια και δεν έχουνε από μόνα τους τη δύναμη να φτάσουνε ψηλά και φτάνουνε μόνο έως το ύψος των δέντρων που τα στηρίζει. Εκεί λοιπόν ήταν η αιτία της φασαρίας. Είχε κουρνιάσει ένα κοκκινοτρίχικο γατάκι. Ανέβηκε, αλλά τώρα δεν έβρισκε το δρόμο να κατέβει. Έχει γεμίσει γατάκια αυτό τον καιρό ο συνοικισμός. Εμείς πάντως ησυχάσαμε. Τις έχουμε στειρώσει όλες. Πέντε τον αριθμό. Αφού το Γενάρη, που ήρθε ένας ξαναμμένος αρσενικός, δε βρήκε καμία εύκαιρη και μας πήδηξε το γάτο ο οποίος από τότε αλληθωρίζει.
Προσπαθήσαμε λοιπόν να το κατεβάσουμε αλλά αυτό φοβήθηκε κι ανέβαινε ψηλότερα αντί να κατέβει. Σε λίγο ήρθανε τρία κορίτσια. Εκεί γύρω στα δεκαπέντε. Ήρθανε με μια σκάλα, μία σκούπα κι ένα πολύχρωμο σεντόνι. Αυτό το φέρανε για να δημιουργήσουν ένα δίχτυ ασφαλείας, όπως κάνουνε οι αληθινοί πυροσβέστες, για να μη χτυπήσει πέφτοντας. Πήγα κι εγώ. Η ισχύς εν τη ενώσει. Έβαλα όμως μακρύ πουκάμισο και μακρύ παντελόνι. Τα κουνούπια μας είχανε ορμήσει ήδη. Μια «Αμερικάνα» έβαλε γκαζόν στην αυλή της στο συνοικισμό και την άλλη μέρα πήγανε και βάλανε όλες, από το πιο ήμερο έως το πιο άγριο. Έτσι είναι οι γυναίκες, ένα τσουβάλι να φορέσει μία, την άλλη μέρα θα τσουβαλιαστούνε όλες. Τώρα, όλα τα κουνούπια της περιφέρειας έρχονται, αφήνουν εδώ τ' αυγά τους και δεν κοτάμε να βγούμε έξω. Αιμοχαρή, αιμοδιψή, αιμοβόρα, μας ρουφάνε από το πρωί το αίμα με το καλαμάκι της coca cola.
Παρά τις προσπάθειες και τα ...τσιμπήματα δεν καταφέραμε τίποτα. Πήραμε και τηλέφωνο την πυροσβεστική, όπου μια ευγενική κυρία μας συνέστησε να του βάλουμε σε δύο μπολάκια φαΐ και νερό, να απομακρυνθούμε κι αν δεν κατέβει να την ξαναπάρουμε. Τέλος ένα από τα κορίτσια είχε τη φαεινή ιδέα να του ρίξουμε νερό με το λάστιχο. Άνοιξα τη γεώτρηση κι έφερα το λάστιχο από το σπίτι. Σε λίγο το δέντρο έσταζε ολόκληρο, χιλιάδες σταγόνες στραφτάλιζαν επάνω στα φύλλα. Η πίεση ήταν μεγάλη και με τα πολλά το γατάκι γλίστρησε κι έπεσε. Τα κορίτσια έγιναν μούσκεμα, αφού τα κατάβρεχα μαζί με το δέντρο, διότι πρώτα βγαίνει η ψυχή του ανθρώπου κι ύστερα το χούι.
Αφού έπεσε έψαχναν ψιτ και ψιτ να το βρουν αλλά αυτό από την τρομάρα του θα είχε φτάσει στα Ψαχνά. Πάντως είμαι πολύ χαρούμενος που γνώρισα αυτά τα κορίτσια. Κι εγώ και το γατί. Μου θύμισαν παιδιά που έχουν αποδράσει από μια άλλη εποχή. Δεν κρατούσαν κινητό στα χέρια. Δεν το είχαν καν μαζί τους. Δεν ήταν το κινητό προέκταση του χεριού τους. Δεν έπιασαν στην παιδική χαρά από ένα παγκάκι η κάθε μία και με το ρημάδι αυτό στο χέρι, να ακολουθούν παράλληλους μονολόγους. Ούτε σκαρφίστηκαν κανένα παιχνιδάκι να το τρομαριάξουνε έτι περισσότερο.
Εύχομαι μόνο να μη μετατρέπομαι συν τω χρόνω σε ένα ξεμωραμένο ξερόλα, να μην παίρνω αμπάριζα και να κατακρίνω ότι δε μ' αρέσει. Πολλοί γέροι έπαψαν πια ν' αγαπούν και ζουν σαν εχθροί του σήμερα. Ελπίζω να μην είμαι ένας απ' αυτούς.
![]() |
«Με λένε Σόνια» Ν.Γ. Στ΄Δημοτικού |
να ήταν και του Τριβιζά. Δε θυμάμαι. Ήταν μια γάτα που με τις φωνές και τη φασαρία που έκανε έσωσε ένα σπίτι από τη φωτιά. Πώς ξαναήρθε στο προσκήνιο;
Πάνε τρεις μέρες που ακούγαμε ένα περίεργο θόρυβο, μέρα και νύχτα, δίχως να μπορέσουμε να εξακριβώσουμε από που προέρχεται. Απέναντι από το δρόμο του σπιτιού, τον κάθετο, είναι ένα μεγάλο πεύκο. Κάτι έρποντα φυτά τον αγκαλιάζουν και δημιουργούνε μεγάλες κουρτίνες, ανεβαίνοντας όσο μπορούνε, μια και δεν έχουνε από μόνα τους τη δύναμη να φτάσουνε ψηλά και φτάνουνε μόνο έως το ύψος των δέντρων που τα στηρίζει. Εκεί λοιπόν ήταν η αιτία της φασαρίας. Είχε κουρνιάσει ένα κοκκινοτρίχικο γατάκι. Ανέβηκε, αλλά τώρα δεν έβρισκε το δρόμο να κατέβει. Έχει γεμίσει γατάκια αυτό τον καιρό ο συνοικισμός. Εμείς πάντως ησυχάσαμε. Τις έχουμε στειρώσει όλες. Πέντε τον αριθμό. Αφού το Γενάρη, που ήρθε ένας ξαναμμένος αρσενικός, δε βρήκε καμία εύκαιρη και μας πήδηξε το γάτο ο οποίος από τότε αλληθωρίζει.
Προσπαθήσαμε λοιπόν να το κατεβάσουμε αλλά αυτό φοβήθηκε κι ανέβαινε ψηλότερα αντί να κατέβει. Σε λίγο ήρθανε τρία κορίτσια. Εκεί γύρω στα δεκαπέντε. Ήρθανε με μια σκάλα, μία σκούπα κι ένα πολύχρωμο σεντόνι. Αυτό το φέρανε για να δημιουργήσουν ένα δίχτυ ασφαλείας, όπως κάνουνε οι αληθινοί πυροσβέστες, για να μη χτυπήσει πέφτοντας. Πήγα κι εγώ. Η ισχύς εν τη ενώσει. Έβαλα όμως μακρύ πουκάμισο και μακρύ παντελόνι. Τα κουνούπια μας είχανε ορμήσει ήδη. Μια «Αμερικάνα» έβαλε γκαζόν στην αυλή της στο συνοικισμό και την άλλη μέρα πήγανε και βάλανε όλες, από το πιο ήμερο έως το πιο άγριο. Έτσι είναι οι γυναίκες, ένα τσουβάλι να φορέσει μία, την άλλη μέρα θα τσουβαλιαστούνε όλες. Τώρα, όλα τα κουνούπια της περιφέρειας έρχονται, αφήνουν εδώ τ' αυγά τους και δεν κοτάμε να βγούμε έξω. Αιμοχαρή, αιμοδιψή, αιμοβόρα, μας ρουφάνε από το πρωί το αίμα με το καλαμάκι της coca cola.
Παρά τις προσπάθειες και τα ...τσιμπήματα δεν καταφέραμε τίποτα. Πήραμε και τηλέφωνο την πυροσβεστική, όπου μια ευγενική κυρία μας συνέστησε να του βάλουμε σε δύο μπολάκια φαΐ και νερό, να απομακρυνθούμε κι αν δεν κατέβει να την ξαναπάρουμε. Τέλος ένα από τα κορίτσια είχε τη φαεινή ιδέα να του ρίξουμε νερό με το λάστιχο. Άνοιξα τη γεώτρηση κι έφερα το λάστιχο από το σπίτι. Σε λίγο το δέντρο έσταζε ολόκληρο, χιλιάδες σταγόνες στραφτάλιζαν επάνω στα φύλλα. Η πίεση ήταν μεγάλη και με τα πολλά το γατάκι γλίστρησε κι έπεσε. Τα κορίτσια έγιναν μούσκεμα, αφού τα κατάβρεχα μαζί με το δέντρο, διότι πρώτα βγαίνει η ψυχή του ανθρώπου κι ύστερα το χούι.
Αφού έπεσε έψαχναν ψιτ και ψιτ να το βρουν αλλά αυτό από την τρομάρα του θα είχε φτάσει στα Ψαχνά. Πάντως είμαι πολύ χαρούμενος που γνώρισα αυτά τα κορίτσια. Κι εγώ και το γατί. Μου θύμισαν παιδιά που έχουν αποδράσει από μια άλλη εποχή. Δεν κρατούσαν κινητό στα χέρια. Δεν το είχαν καν μαζί τους. Δεν ήταν το κινητό προέκταση του χεριού τους. Δεν έπιασαν στην παιδική χαρά από ένα παγκάκι η κάθε μία και με το ρημάδι αυτό στο χέρι, να ακολουθούν παράλληλους μονολόγους. Ούτε σκαρφίστηκαν κανένα παιχνιδάκι να το τρομαριάξουνε έτι περισσότερο.
Εύχομαι μόνο να μη μετατρέπομαι συν τω χρόνω σε ένα ξεμωραμένο ξερόλα, να μην παίρνω αμπάριζα και να κατακρίνω ότι δε μ' αρέσει. Πολλοί γέροι έπαψαν πια ν' αγαπούν και ζουν σαν εχθροί του σήμερα. Ελπίζω να μην είμαι ένας απ' αυτούς.
Σ.Π.Παπασηφάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου