Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2019

Η λαγγεμένη ανατολή


Η λαγγεμένη ανατολή

Του Σ.Π.Παπασηφάκη

Όλα τα πράγματα δεν είναι ανακοινώσιμα. Τουλάχιστον την εποχή που διαδραματίζονται ή το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.  Ιδίως αν υποπτεύεσαι ή –ακόμα χειρότερα- αν είσαι σίγουρος
ότι θα γελάσουν μαζί σου. Όταν όμως κυλήσει ο χρόνος και αμβλυνθούν οι πρώτες εντυπώσεις τότε, αν αρχίσεις να γελάς με τον εαυτό σου ενθυμούμενος το γεγονός, σημαίνει ότι ίσως ήρθε η ώρα να το ξεφουρνίσεις και στους άλλους.

Εκείνο τον καιρό η γυναίκα μου, μαζί με άλλες, είχαν δημιουργήσει μία ομάδα και μάθαιναν ψηφιδωτό. Πήγαιναν στο Πολιτιστικό Κέντρο και κάτω από τις οδηγίες της Ελενίτσας, έστηναν τα καβαλέτα και δούλευαν για ώρες κολλώντας μικρές πετρίτσες της θάλασσας πάνω στον ξύλινο καμβά τους. Εκτός από τις ντόπιες ερχόταν και μία ομάδα γυναικών από το Εργαστήρι Τέχνης της Χαλκίδας. Αργότερα, όταν καλογνωρίστηκαν, αποφάσισαν να συμμετάσχουν και οι δικές μας σε μια εκδρομή που διοργάνωνε το Εργαστήρι για την Πόλη.

Η Αλέκα μου έσκασε περίχαρης το παραμύθι σίγουρη ότι δεν θα της αρνηθώ την εκδρομή. Εγώ δεν πήγα μαζί της γιατί οι πιο πολλές θα ήταν γυναίκες, γιατί κάποιος έπρεπε να μείνει στο σπίτι να προσέχει τα σκυλιά, γιατί ετοιμαζόμουν να ξεπορτίσω από την υπηρεσία και να βγω στη σύνταξη, γιατί….
Έφτασε λοιπόν με το καλό οδικώς στην Πόλη. Κάθε τόσο με έπαιρνε τηλέφωνο και με ενημέρωνε πως περνούσε. Από τον τόνο της φωνής της καταλάβαινα ότι αυτή η πόλη της ταίριαζε και ότι περνούσε καλά. Θα είχε λιώσει τις σόλες στο Καπαλί Ταρσί και, μαζί με τις άλλες, θα είχαν τρομάξει όλους τους δύσμοιρους πωλητές. Γιατί είναι γνωστό ότι οι πωλητές άμα δούνε άντρα κάνουνε το σταυρό τους, ενώ άμα δούνε γυναίκα φτύνουνε τον κόρφο τους και κάνουνε τρεις στροφές γύρω από τον εαυτό τους. Την άλλη μέρα μου ξεφούρνισε  ότι το προηγούμενο βράδυ τις πήγαν ομαδικώς σε ένα κέντρο, υπόγειο, όπου χόρευαν ανατολίτικους χορούς και ιδιαιτέρως το προσφιλές και σε μας τσιφτετέλι.  Μου είπε δε ότι αγόρασε από τα μαγαζιά και ένα κόκκινο φέσι, σαν αυτό που φορούσε η Χουρέμ στον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Από τότε σε όλες τις τηλεφωνικές επαφές  μας μετονομάστηκε σε Χουρέμ, χάριν του φεσιού και όλων των αναλυτικών περιγραφών που μου είχαν εξάψει τη φαντασία.
Ώσπου ήρθε η ώρα της πολυπόθητης επιστροφής. Έπρεπε να πάω στη Χαλκίδα, στο παρκινγκ της Νομαρχίας να παραλάβω τη Χουρέμ από το πούλμαν. Η φαντασία μου οδηγώντας δραπέτευσε  και άρχισα να σκέφτομαι τους ήχους της λαγγεμένης ανατολής και το λικνιστικό χορό και όχι από καμία από αυτές τις αφυδατωμένες του GNTM που νηστεύουνε ολοχρονίς, αλλά από τη Νάντια Φοντάνα ας πούμε. Κάμποι, βουνά, ραχούλες, λαγκάδια…. Κι εκεί επάνω στα Δυο Βουνά, να σου μπροστά μου μία κυριούλα που είχε ερωτευτεί το τιμόνι. Το είχε αγκαλιάσει και πήγαινε στο δρόμο όπως τα ζα στ’ αλώνι. Αλλά εγώ βιαζόμουνα, η …Χουρέμ περίμενε. Έτσι, όταν φτάσαμε στην κατηφόρα προς Αρτάκη αμολήθηκα και προσπέρασα δύο αυτοκίνητα. Μόλις ξαναμπήκα στη λωρίδα μου είδα το εκατόοο!!! Ο μπάτσος που μου έκανε νόημα, μου φάνηκε εκείνη τη στιγμή, τουλάχιστον σαν το Βαγιαζήτ τον Γ΄. Ήρθα απότομα στα συγκαλά μου και ετοίμασα μια πρόχειρη υπερασπιστική γραμμή. «Δεν προσπέρασες ένα, αλλά δύο αυτοκίνητα», μου είπε, αφού του έδωσα άδεια και δίπλωμα.  Για μια στιγμή, για μια στιγμή μόνο, σκέφτηκα να του εξομολογηθώ την ιστορία μου μήπως και τη γλιτώσω. Α! σ’ αυτά οι άντρες αλληλοϋποστηρίζονται,  οι γυναίκες είναι που τρώει η μια την άλλη, αλλά ιδιοστιγμής απέβαλα την ιδέα φοβούμενος μήπως η γυναίκα του δεν είναι σαν την άνοιξη αλλά σαν τη βαρυχειμωνιά ή ότι μπορεί να μην «έφαγε καλά το βράδυ» ή η «καντίνα» να ήτανε κλειστή. Ο αστυνόμος, επειδή δεν είχε ιδέα για όλα αυτά, εφαρμόζοντας το ελληνικό και οθωμανικό δίκαιο μου έκοψε το πρόστιμο κι έφυγα.

Μετά από όλα αυτά, στο γυρισμό, αφού της εξομολογήθηκα τι έγινε και ότι ο Βαγιαζήτ με φιλοδώρησε με διακόσια δέκα ευρώ πρόστιμο, η Χουρέμ με αγριοκοίταξε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου